“100 χρόνια από τη Γενοκτονία-Ρωγμή στη λήθη: Η Ιστορία μας θέλει Ενωμένους” | Άρθρο του Αλέξανδρου Τριανταφυλλίδη στο «Έθνος της Κυριακής».

Όταν ρώτησαν τον παππού Αλέξανδρο Αθανασιάδη στην Αζάντα (ασήν Σάντα), ένα ορεινό χωριό έξω από το Σoχούμι στην Αμπχαζία, όπου κατέφυγε με τη γιαγιά Ευγενία από την Ορντού, μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο, στις αρχές της δεκαετίας του 1930: «Ποιο από τα δέκα παιδιά σου αγαπάς περισσότερο( το προτελευταίο ήταν η μητέρα μου Σοφία Αθανασιάδου) τους απάντησε δείχνοντας τα δάκτυλα των χεριών του: «όποιο και να κόψω, το ίδιο θα πονέσει».

 Η απάντηση του παππού Αλέξανδρου ήταν μήνυμα στους άλλους, αλλά ήταν και μήνυμα στα παιδιά του για ενότητα και αλληλεγγύη μεταξύ τους τα κρίσιμα και δύσκολα χρόνια που θα ακολουθούσαν. 

Η οριακή στιγμή των αποφάσεων ήρθε στα 1937, όταν ο τσανταρμάς (αστυνομικός), θα έλεγε στον παππού: «Έλα Αλέξανδρε, ποίσον το διαβατήριος ρωσικό, για να πεμεντς αδακά», για να λάβει την άμεση απάντηση «Εγώ Ρουμς(Ρωμιός) είμαι».

Ακολούθησε η επιστροφή στην Ελλάδα στο λιμάνι του Πειραιά, στις απαρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η αυτοκριτική του παππού: «Τηδέν κε πήκα, έκαψα τα παιδία μ».

Ένα συνεχές, βασανιστικό  προσφυγικό εκκρεμές μεταξύ ζωής και θανάτου μέσα στον 20ο αιώνα. «’Έκανες το λάθος» να είσαι μαζί και ταυτόχρονα Έλληνας Πόντιος, Κομμουνιστής και Φτωχός για να έχεις τις συνέπειες της ζόρικης στροφής της ιστορίας, δηλαδή: Γενοκτονία-Ξεριζωμός, Διώξεις-Εξορίες, Μετανάστευση-Νόστος. Υπήρχαν και οι «τυχεροί», που επέζησαν της Γενοκτονίας και ξεριζώθηκαν, χωρίς να επιστρέψουν στη Μητέρα-Πατρίδα, αλλά ξενιτεύτηκαν Απευθείας σε Αμερική, Καναδά, Γερμανία και Αυστραλία.

Ενόψει της επετείου των 100 χρόνων από την 19η Μαΐου του 1919, Σχέδια-Πρωτοβουλίες έμπρακτης τιμής και σεβασμού στη Μνήμη του Γενοκτονημένου Ποντιακού και Μικρασιατικού Ελληνισμού, με ιδιαίτερη συμβολική σημασία θα ήταν:

Α. Η δημιουργία Μουσείων του Προσφυγικού Ελληνισμού, στην Αθήνα, στις δύο πρώτες προσφυγικές πολυκατοικίες της Λεωφόρου Αλεξάνδρας και στη Θεσσαλονίκη στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, στη Δυτική Θεσσαλονίκη, κιβωτός μνήμης, ιστορίας, πολιτισμού, λαογραφίας των αλησμόνητων πατρίδων.  

Β.  Την ανακήρυξη ως τόπου ιστορικής Μνήμης του σημείου αποβίβασης και προσωρινής εγκατάστασης στην Καλαμαριά (1914-1924) δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από τον Πόντο, τον Καύκασο, την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία. Η παραλιακή ζώνη της Αρετσούς ονομάστηκε τότε «απολυμαντήρια- λοιμοκαθαρτήρια», εκεί όπου χάθηκαν χιλιάδες ψυχές από τις ασθένειες και τις κακουχίες.

Γι’ αυτό τα 353 κεριά που κρατάμε ΣΗΜΕΡΑ είναι κεριά Αλήθειας και Αντίστασης στη Λήθη, Οικουμενικού Αιτήματος για την προστασία κάθε λαού για την ταυτότητα του, την ιδιοπροσωπία και την αυτοδιάθεσή του, προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάθε λαού, κάθε ανθρώπου, προστασίας  προοπτικής και μηνύματος προς την ίδια την Τουρκία και τον τουρκικό λαό.

Είναι μήνυμα-αίτημα προς το Θύτη, την Τουρκία να αναγνωρίσει- λυτρωτικά για την ίδια- το πολλαπλό έγκλημα της Γενοκτονίας, σε βάρος των χριστιανικών λαών της Ανατολής Ελλήνων, Αρμενίων, Ασσυρίων.

Μέσα από τη λύτρωση μιας μεγάλης συγγνώμης από την πλευρά της Τουρκίας πραγματικά θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε και να θεμελιώσουμε σχέσεις στη λατρεμένη Γη του Πόντου, όπως τις ανιστορεί και τις περιγράφει ο Ομέρ Ασάν στο βιβλίο «Pontos Kulturu» (Ο πολιτισμός του Πόντου), «να μπορούν Έλληνες, Αρμένιοι, Εβραίοι και Τούρκοι να ψαρεύουν στις ίδιες θάλασσες, να μπορούν να ποτίζουν και να σπέρνουν στα ίδια παρχάρια».

Μήνυμα Ειρήνης, Φιλίας και Συνεργασίας στέλνει ο ποντιακός ελληνισμός απανταχού της Γης με αφορμή την ημέρα μνήμης και ελπίζει να βρει αποδέκτη. 

 

 

 

Μοιραστείτε το!